Εύλογη η απορία για το αν η σεξουαλική δυσλειτουργία επηρεάζει την παραγωγικότητα, δεδομένου ότι είναι μια κατάσταση που εμφανίζεται στο 52% των ανδρών ηλικίας από 40 έως 70 ετών.
Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι η σεξουαλική δυσλειτουργία σχετίζεται άμεσα και ποικιλοτρόπως με την ποιότητα της καθημερινής ζωής των πασχόντων.
Ο επικεφαλής ερευνητής Irwin Goldstein και οι συνεργάτες του αξιολόγησαν την παραγωγικότητα στην εργασία μεταξύ ανδρών από οκτώ διαφορετικές χώρες: τη Βραζιλία, την Κίνα, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μελέτη εξέτασε, επίσης, την ποιότητα ζωής, που σχετίζεται με την υγεία σε κάθε χώρα και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι άνδρες, οι οποίοι συμμετείχαν, ανέφεραν δυσκολία επίτευξης και συντήρησης της στύσης τους το τελευταίο εξάμηνο. Η δυσκολία στύσης βαθμολογήθηκε σε μια κλίμακα από 1 έως 5, με τη βαθμολογία 2 ή παραπάνω, να ταξινομείται ως σεξουαλική δυσλειτουργία.
Διαπιστώθηκε ότι οι άνδρες με σεξουαλική δυσλειτουργία είχαν περισσότερες πιθανότητες να καπνίζουν, να είναι παχύσαρκοι, να πίνουν αλκοόλ και να μην ασκούνται. Επιπλέον ήταν πιο πιθανό να έχουν υπέρταση, διαβήτης και κατάθλιψη. Όλοι αυτοί οι παράγοντες σχετίζονται εξίσου με την απόδοση στην εργασία, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Ειδικότερα, όσον αφορά στην παραγωγικότητα στην εργασία και στις απουσίες από τη δουλειά, οι άνδρες που έπασχαν από το πρόβλημα ανέφεραν περισσότερες απουσίες (18,9% σε σύγκριση με 13,9% των ανδρών χωρίς προβλήματα στύσης).
Η συνολική μείωση της παραγωγικότητας των εργαζομένων σε άνδρες με στυτική δυσλειτουργία ήταν μεγαλύτερη στο Ηνωμένο Βασίλειο.
«Επιπλέον τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου σχετικά με την γενικότερη υγεία ήταν χειρότερα στους άνδρες με πρόβλημα στύσης. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δεν είναι μόνο συνεπή με προηγούμενα ευρήματα, αλλά προσθέτουν στην υπάρχουσα βιβλιογραφία μια νέα προοπτική, σχετικά με το πόσο σοβαρό πρόβλημα είναι η σεξουαλική δυσλειτουργία και τον τρόπο, με τον οποίο αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανδρών», υπογράμμισαν οι ερευνητές.
Τα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, που μπορεί να επηρεάσουν τους μεσήλικες άνδρες, μπορεί να εξηγήσουν τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης. Ωστόσο, η ΕΔ δεν σχετίζεται μόνο με τη γήρανση. Η υπέρταση, ο διαβήτης, η παχυσαρκία και ένας ανθυγιεινός τρόπος ζωής συνδέονται με την ανάπτυξη του ED. Αυτοί οι ίδιοι παράγοντες κινδύνου σχετίζονται με καρδιαγγειακές παθήσεις και οι άνδρες με ED είναι πιο πιθανό να έχουν καρδιαγγειακές παθήσεις.